Πέμπτη 9 Δεκεμβρίου 2021

Τραγικές Γυναίκες που ποτέ δεν έφυγαν...

     




  Μας άφησε το πούλμαν έξω από τον χώρο με τα αρχαία ερείπια στον ευρύτερο χώρο της Επιδαύρου. Είχαμε και μία ξεναγό μαζί μας που την ακολουθούσαμε και κάθε τόσο σταματούσε να μας δώσει πληροφορίες για την ιστορία τους και τον πολιτισμό τους. Στάθηκα λίγο πιο πίσω από τους άλλους γιατί κάτι μου κέντρισε την περιέργεια. Σαν να είδα κάτι να τρέχει ή να κρύβεται εκεί στα χαλάσματα. Πήγε το μυαλό μου πως ήταν κάποιο φίδι ή σαύρα κι ήμουν προσεκτικός. Σταμάτησα και περίμενα. Και τότε τρομαγμένος είδα να πλανώνται ίσκιοι στις ρωγμές και να ακούγονται θροΐσματα μανδυών και χλαμύδων απ’ το ελαφρύ αγέρι. Σκέφτηκα ότι θα είναι η φαντασία μου. Ήμουν έτοιμος να φύγω και να πάω στην ομάδα όταν είδα να ξεπετάγεται η φιγούρα της Εκάβης. Της γυναίκας που ήταν πότε δυναμική βασίλισσα και πότε σκύλα, πότε υπεράνθρωπη και πότε απάνθρωπη όταν τύφλωσε τον δολοφόνο του  γιού της. 


Ω αστροφεγγιά θεϊκή κι ω νύχτα αφέγγαρη,
γιατί με ξεσηκώσαν έτσι, μέσα στα σκοτάδια,
τρομάρες και φαντάσματα; Ω Γη σεβάσμια,
μάνα των μαυροφτέρουγων ονείρων,
μακριά από μένα η φοβερή ονειροφαντασιά
που μ᾽ έκρουσε μεσονυχτίς, για το παιδί μου
που ζει στη Θράκη

(Ευριπίδης: Εκάβη - απόσπασμα)

       Ανατρίχιασα ολόκληρος καθώς η άλλοτε ισχυρή βασίλισσα με κοίταζε σαν πονεμένη μάνα που έχασε όλα τα παιδιά της. Μου σφύριξε το αερικό στ’ αυτί ότι οι θεοί την λυπήθηκαν και την έκαναν σκυλί. Έμεινε για πάντα στην πατρίδα της γιατί οι γυναίκες δεν φεύγουν ποτέ.


Λήδα Πρωτοψάλτη - Οδηγήστε Με Ψυχοκόρες - Εκάβη



     Έφυγα τρέχοντας απ’ το σημείο εκείνο, φοβισμένος και πιστεύοντας ότι χάνω το μυαλό μου. Δεν είναι δυνατόν, σκέφτηκα, να συμβαίνουν αυτά τα πράγματα που ζω. Σίγουρα έχω παραισθήσεις, αλλοτριωμένη πραγματικότητα. Στο μεταξύ η ομάδα είχε προχωρήσει πολύ μπροστά κι είχα μείνει μόνος προσπαθώντας να καταλάβω τι έπαθα. 

   Καθώς βιαζόμουν να απομακρυνθώ,  στις πάνω κερκίδες του θεάτρου  βλέπω μια οπτασία να θρηνεί και να περπατάει με σκυμμένο κεφάλι. Μαρμαρώνω και ανοίγω το στόμα μου έκπληκτος. Μέσα στα κλάματα ακούγεται ένα όνομα: “Ιφιγένεια, κόρη μου σ’ έχασα για πάντα και φταίει ο πατέρας σου.” Τα μάτια της γεμάτα δάκρυα πέφτουν στα μάγουλά της και στα αναφιλητά της ζητάει το παιδί της που θυσιάστηκε. Ξαφνικά, η όψη της σκληραίνει και σπίθες χαράς κι αγαλλίασης βγαίνουν απ’ τα μάτια της. 

..."έτσι ξερνάει πεσμένος χάμω την ψυχή του και το αίμα του σαν ψιλή σφήνα ξεπετώντας,
 σαν μαύρες στάλες φονικής δροσιάς με ραίνει κι εύφρανε την ψυχή μου 
όχι πιο λίγο απ΄ ό,τι του θεού η βροχούλα τα σπαρτά στο πλούμισμά τους..
 Μόνος του το ποτήρι γιόμισε με τόσες στο σπίτι συμφορές, που ήρθε και το' πιε ο ίδιος"

(Αισχύλος: Αγαμέμνων - απόσπασμα)

Νιώθω την χαρά της γιατί εκδικήθηκε σκοτώνοντας τον υπαίτιο της θυσίας. Εκτέλεσε το σχέδιό της και δολοφονήθηκε απ’ τον γιο της. Έμεινε για πάντα στο παλάτι της γιατί οι γυναίκες δεν φεύγουν ποτέ. 
 

Νίκος Ξυδάκης - Κλυταιμνήστρα


Μελαγχόλησα. Πήγα και στάθηκα στην σκιά ενός δέντρου κι ήπια μια γουλιά νερό απ’ το παγούρι μου. Οι χτύποι της καρδιάς μου ήταν έντονοι. Έμεινα αποσβολωμένος κι εκστατικός. Φαινόταν ότι ο χρόνος  με είχε πάει σε άλλους αιώνες. Ξαφνικά  φάνηκε μια μαυροφορούσα γυναίκα να κλαίει και να χτυπιέται θρηνώντας τον θάνατο του αδελφού της. Το νεκρό του σώμα παραμένει άταφο για λόγους προδοσίας κι αυτή σπεύδει να υπακούσει στον θεϊκό νόμο να θάψει τον νεκρό αδελφό της αψηφώντας τον ανθρώπινο νόμο. Είναι η Αντιγόνη. 

Ούτε θα σε παρακαλούσα, μα ούτε
κι αν το' θελες ακόμα θα δεχόμουν
μ' ευχαρίστηση εγώ τη σύμπραξή σου·
μείνε με τις ιδέες σου εσύ, μα εκείνον
θα θάψω εγώ· γλυκός για μένα θα 'ναι,
σαν θα το κάμω, ο θάνατος· μαζί του,
σ' αγαπημένον πλάι αγαπημένη
θα κοίτωμαι, για τ' άγιο αυτό μου κρίμα·
γιατ' ειν' ο χρόνος πιο πολύς που πρέπει
στους κάτω πάρα στους εδώ ν' αρέσω,
αφού με κείνους θα 'μαι αιώνια· εσύ
μπορείς, αν θέλης, να περιφρονής
τα τίμια των θεών.

(Σοφοκλής: Αντιγόνη - απόσπασμα)

Με κυριεύει μια θλίψη, μια αγωνία και ένας κόμπος ανεβαίνει στον λαιμό μου. Βουίζει η απόφαση του βασιλιά να θαφτεί ζωντανή για την ανυπακοή της στον νόμο. Αυτή μοιρολογεί κι απαγχονίζεται. Μια τέτοια περήφανη κόρη να χαθεί και να μην προλάβουν να της πουν ότι της δόθηκε χάρη. Έμεινε για πάντα στην Θηβαϊκή γη γιατί οι γυναίκες δεν φεύγουν ποτέ.


Mikis Theodorakis: Antigone, Scene 4: How Dared You Disobey the Law?



Η παρέα μου άρχισε να με αναζητεί, αλλά εγώ είχα εκστασιαστεί απ’ την μοναδική μου εμπειρία και κρυβόμουν πίσω από θάμνους και δέντρα γιατί ήθελα να συνεχίσω αυτό το ταξίδι της φαντασίας. Όμως η ώρα είχε περάσει κι έπρεπε να επιστρέψουμε στο πούλμαν για την αναχώρηση. Άφησα αυτές τις γυναίκες να στοιχειώνουν στο Θέατρο της Επιδαύρου και στα ερείπια πιο κει χορεύοντας τους θρηνητικούς τους χορούς μέσα στους αιώνες.

Α.Γ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου